ΟΛΑ ΕΡΓΟΧΕΙΡΑ ΤΩΝ ΑΔΕΛΦΩΝ
Τήν Δευτέρα μετά τήν Πεντηκοστή, ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τό Ἅγιο Πνεῦμα, τό τρίτο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, τό ὁποῖο εἶναι ἴσο κατά τήν λατρεία καί τήν τιμή μέ τά δύο ἄλλα πρόσωπα. Ὁ Κύριος στό κατά Ἰωάννη Εὐαγγέλιο ὑπόσχεται στούς μαθητές ὅτι θά στείλει τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, τό ὁποῖο ἀποκαλεῖ «Παράκλητο»: «… Κι ἐγώ θά παρακαλέσω τόν Πατέρα νά σᾶς δώσει ἄλλον Παράκλητο, τό Πνεῦμα τῆς Ἀλήθειας, ὥστε νά εἶναι μαζί σας αἰωνίως. Τό Πνεῦμα αὐτό δέν μπορεῖ νά τό δεχτεῖ ὁ κόσμος, γιατί οὔτε τό διακρίνει οὔτε τό γνωρίζει· ἐσεῖς τό γνωρίζετε, γιατί μένει κοντά σας καί θά ὑπάρχει μέσα σας» (Ἰω. 14,16-17). Τό Ἅγιο Πνεῦμα ἀναφέρεται στό ὄγδοο ἄρθρο τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως: «....Καὶ εἰς τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον, τὸ κύριον καὶ ζωοποιόν, τὸ ἐκ τοῦ Πατρὸς ἐκπορευόμενον, τὸ σὺν Πατρὶ καὶ Υἱῷ συμπροσκυνούμενον καὶ συνδοξαζόμενον, τὸ λαλῆσαν διὰ τῶν προφητῶν....» |
Τήν Κυριακή τῆς Πεντηκοστῆς ἑορτάζουμε τήν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού ἐπικάθησε μέ τήν μορφή πυρίνων γλωσσῶν πάνω ἀπό τά κεφάλια τῶν Ἀποστόλων καί τούς φώτισε. Μέ τό κήρυγμα τοῦ Ἀπ. Πέτρου πίστεψαν καί βαπτίστηκαν 3.000 ἄνθρωποι. Ἔτσι, ἱδρύθηκε ἡ πρώτη χριστιανική ἐκκλησία στά Ἱεροσόλυμα. (Πράξ. 2, 1-41). Στά πρῶτα χρόνια τῆς Χριστιανοσύνης τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς τελοῦνταν οἱ βαπτίσεις τῶν Κατηχουμένων. (Σήμερα αὐτό συμβαίνει στίς χῶρες τῆς Ἱεραποστολῆς). Μετά τήν Θεία Λειτουργία, στίς Ἐκκλησίες ἀκολουθεῖ ὁ «Ἑσπερινός τῆς Γονυκλισίας», κατά τόν ὁποῖο ψάλλονται ὕμνοι ἀφιερωμένοι στό Ἅγιο Πνεῦμα, τό τρίτο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἐνῶ τήν ἴδια ὥρα οἱ πιστοί προσεύχονται γονατιστοί. Ἡ ἑβδομάδα πού ἀκολουθεῖ λέγεται ἑβδομάδα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. |
Ἀπό τήν σημερινή ἡμέρα ξεκινοῦν τά Ἅγια Πάθη τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τύπος τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ εἶναι ὁ πάγκαλος Ἰωσήφ πού σήμερα ἐπιτελοῦμε τήν ἀνάμνησή του (Γεν. 37- 50). Ὁ Ἰωσήφ ἦταν ὁ μικρότερος γιός τοῦ Πατριάρχη Ἰακώβ καί ὁ πιό ἀγαπητός. Τόν φθόνησαν ὅμως τά ἀδέλφια του. Ἀρχικά τόν ἔρριξαν σ' ἕνα βαθύ λάκκο καί στήν συνέχεια τόν πούλησαν γιά τριάντα ἀργύρια σέ ἐμπόρους, οἱ ὁποῖοι τόν ξαναπούλησαν στόν ἀρχιμάργειρα τοῦ βασιλιᾶ τῆς Αἰγύπτου, τόν Πετεφρή. Ἐπίσης, σήμερα μνημονεύουμε καί τήν ἄκαρπο συκῆ, τήν ὁποία καταράσθηκε ὁ Κύριος καί ξεράθηκε ἀμέσως (Μάτθ. 21:19, Μάρκ. 11:13). Ἡ ἄκαρπος συκῆ συμβολίζει τόσο τήν Συναγωγή τῶν Ἑβραίων, ἡ ὁποία δέν εἶχε πνευματικούς καρπούς, ὅσο καί κάθε ἄνθρωπο πού στερεῖται πνευματικῶν καρπῶν. |
Τήν ἡμέρα αὐτή γιορτάζουμε τήν πανηγυρική εἴσοδο τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ στήν Ἱερουσαλήμ. Ἐρχόμενος ὁ Ἰησοῦς ἀπό τήν Βηθανία στά Ἱεροσόλυμα, ἔστειλε δύο Μαθητές του καί τοῦ ἔφεραν ἕνα γαϊδουράκι. Καί κάθισε πάνω του γιά νά μπεῖ στήν πόλη. Ὁ λαός, ἀκούγοντας ὅτι ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς, πῆρε στά χέρια του βάγια ἀπό φοίνικες καί βγῆκε νά τόν ὑποδεχτεῖ. Καί ἄλλοι μέν μέ τά ροῦχα τους, ἄλλοι δέ κόβοντας κλαδιά ἀπό τά δέντρα, ἔστρωναν τόν δρόμο ἀπ’ ὅπου ὁ Ἰησοῦς θά περνοῦσε. Καί ὅλοι μαζί, ἀκόμα καί τά μικρά παιδιά, φώναζαν: «Ὡσαννά· εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, ὁ βασιλεύς τοῦ Ἰσραήλ». Ὁ Χριστός εἰσέρχεται στά Ἱεροσόλυμα «ἐπί πῶλον ὄνου». Πορεύεται καί οἱ Ἰσραηλίτες τόν ὑποδέχονται μέ τιμές ὡς Βασιλιά. Ἐκεῖνος δέν δίνει ἰδιαίτερη σημασία στίς τιμές, στήν πρόσκαιρη δόξα, ἀλλά προχωρεῖ στόν σταυρό καί τήν Ἀνάσταση. Ἡ εἴσοδος τοῦ Χριστοῦ στά Ἱεροσόλυμα εἶναι ἡ εἴσοδος τοῦ μαρτυρίου στήν ἐπίγεια ζωή τοῦ Κυρίου. Σέ λίγες ἡμέρες θά θανατωθεῖ στόν σταυρό, γιά νά θανατώσει τόν θάνατο καί νά χαρίσει τήν ζωή. |
Ἡ τρίτη Κυριακή τοῦ Τριωδίου εἶναι ἀφιερωμένη στό πιό φοβερό γεγονός τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας, στή μέλλουσα Κρίση.
Ἡ ἐνθύμηση τῆς φοβερῆς μελλούσης Κρίσεως στήν ἀρχή τοῦ Τριωδίου εἶναι ἀπαραίτητη, διότι ἀπώτερος σκοπός τοῦ ὅλου πνευματικοῦ ἀγώνα μας εἶναι νά βρεθοῦμε ἐκ δεξιῶν τοῦ Δεσπότη Χριστοῦ, κατά τήν μεγάλη Κρίση. Αὐτό εἶναι ἀποτυπωμένο κάλλιστα στήν ὑπέροχη ὑμνωδία τῆς ἡμέρας. Οἱ Ἅγιοι ὑμνογράφοι συνέθεσαν διδακτικότατα τροπάρια, τά ὁποῖα προτρέπουν τούς πιστούς νά συναισθανθοῦν τήν ἐπερχόμενη βεβαία καί φοβερή Κρίση. Σέ ἕνα τροπάριο ψάλλουμε: «Τήν φοβεράν τῆς κρίσεως, καί ἀρρήτου σου δόξης, ἡμέραν ἐνθυμούμενος, φρίττω, Κύριε, ὅλως καί τρέμων φόβῳ κραυγάζω∙ ἐπί γῆς ὅταν ἔλθῃς, κρῖναι, Χριστέ, τά σύμπαντα, ὁ Θεός μετά δόξης, τότε οἰκτρόν, ἀπό πάσης ρῦσαί με τιμωρίας, ἐκ δεξιῶν σου, Δέσποτα, ἀξιώσας με στῆναι». |
Ἡ Ἁγία Ἰσαπόστολος Νίνα γεννήθηκε στήν Καππαδοκία καί ἦταν συγγενής τοῦ Ἁγίου Γεωργίου. Ἡ μητέρα της, Σωσάννα, ἦταν ἀδελφή τοῦ Ἐπισκόπου Ἱεροσολύμων Ἰουβεναλίου. Ὁ πατέρας της, Ζαβουλών, εὐσεβής καί φημισμένος στρατιωτικός, φλεγόμενος ἀπό ἀγάπη πρός τόν Θεό, ἔγινε Μοναχός στήν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου, μέ τήν συγκατάθεση τῆς συζύγου του. Ἡ μητέρα της τοποθετήθηκε Διακόνισσα στόν Ναό τῆς Ἀναστάσεως. Τήν Ἁγία τήν παρέδωσαν στήν εὐλαβέστατη Γερόντισσα Νιοφόρα, γιά νά τήν ἀναθρέψει. Τό 315 ἡ Ἁγία Νίνα ἔφτασε στήν Γεωργία μέ σκοπό νά βρεῖ τόν χιτώνα τοῦ Χριστοῦ. Ἐκεῖ ἡ Θεοτόκος τῆς ἔδωσε ἐντολἠ νἀ κηρύξει τό Εὐαγγέλιο. Ἡ ἀποστολική της δράση καί τό χάρισμα τῆς θαυματουργίας ὁδήγησαν τούς βασιλεῖς τῆς Γεωργίας Μιριάν καί Νάνα στήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ καί ἔτσι διαδόθηκε ὁ χριστιανισμός στήν Γεωργία. Ἡ Ἁγία βρῆκε τόν τόπο, ὅπου εἶχε ἐναποτεθεῖ ὁ χιτώνας τοῦ Χριστοῦ, στόν κῆπο τῶν ἀνακτόρων καί ἐκεῖ ἀνήγειρε τόν Ναό τοῦ Ἁγίου Στύλου. Μετά τήν ὁσιακή κοίμησή της, τό τίμιο λείψανό της διατηρήθηκε ἄφθαρτο. |
Ὁ Ὅσιος Μάξιμος, γεννήθηκε στήν πόλη Λάμψακο ἀπό εὐσεβεῖς γονεῖς, οἱ ὁποῖοι τόν ἀνέθρεψαν μέ παιδεία καί νουθεσία Κυρίου. Σέ ἡλικία δεκαπέντε ἐτῶν ἐκάρη Μοναχός σέ Μοναστήρι τοῦ ὄρους Γάνου καί μετά ἀπό σύντομη παραμονή στήν Κωνσταντινούπολη καί τήν Θεσσαλονίκη, κατέληξε στήν Μονή τῆς Λαύρας στό Ἅγιο Ὄρος.
Παρακαλοῦσε συνεχῶς τήν Παναγία νά τοῦ δώσει τήν «καρδιακή προσευχή». Ἡ Παναγία ἀκούγοντας τό αἴτημά του, τόν κάλεσε στήν κορυφή τοῦ Ἄθωνα. Ἐκεῖ μέσα σέ ἄρρητη εὐωδία καί ἄπλετο φῶς πού τόν κατέκλυσε ἐμφανίστηκε καί τοῦ ἔδωσε τό χάρισμα τῆς «καρδιακῆς προσευχῆς». Σύμφωνα μέ τήν διήγηση τοῦ Γέροντα Δανιήλ Κατουνακιώτη τοῦ ἔδωσε καί τό χάρισμα νά ἵπταται. Λόγω τῶν συχνῶν μετακινήσεων του ἔκαιγε τήν καλύβα του γιά νά ἀσκεῖται στήν πλήρη ἀκτημοσύνη. Γι’ αὐτό τόν λόγο ὀνομάσθηκε Καυσοκαλύβης. Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1365 σέ ἡλικία 95 ἐτῶν. |
Ἡ βάπτισις τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ Τότε παραγίνεται ὁ ᾿Ιησοῦς ἀπὸ τῆς Γαλιλαίας ἐπὶ τὸν ᾿Ιορδάνην πρὸς τὸν ᾿Ιωάννην τοῦ βαπτισθῆναι ὑπ᾿ αὐτοῦ. ὁ δὲ ᾿Ιωάννης διεκώλυεν αὐτὸν λέγων· ἐγὼ χρείαν ἔχω ὑπὸ σοῦ βαπτισθῆναι, καὶ σὺ ἔρχῃ πρός με; ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπε πρὸς αὐτόν· ἄφες ἄρτι· οὕτω γὰρ πρέπον ἐστὶν ἡμῖν πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην· τότε ἀφίησιν αὐτόν· καὶ βαπτισθεὶς ὁ ᾿Ιησοῦς ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος· καὶ ἰδοὺ ἀνεῴχθησαν αὐτῷ οἱ οὐρανοί, καὶ εἶδε τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καταβαῖνον ὡσεὶ περιστερὰν καὶ ἐρχόμενον ἐπ᾿ αὐτόν· καὶ ἰδοὺ φωνὴ ἐκ τῶν οὐρανῶν λέγουσα· οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα. Ματθ. γ 13 - 17
|